αποστειρωτής

αποστειρωτής
ο
συσκευή που χρησιμοποιείται για την αποστείρωση του χειρουργικού υλικού, των επιδέσμων κ.λπ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”